
Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών, οι γονείς συχνά αντιμετωπίζουν προκλήσεις σχετικά με τη διαχείριση του χρόνου που αφιερώνουν τα παιδιά τους στο διαδίκτυο. Η απουσία της σχολικής ρουτίνας συχνά οδηγεί σε αυξημένη χρήση οθονών, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τόσο τη σωματική όσο και την ψυχική υγεία των παιδιών (Twenge & Campbell, 2018) με ψυχικά και σωματικά συμπτώματα (φυλλάδιο υπερβολική ενασχόληση). Με σκοπό την πρόληψη και όχι την αντιμετώπιση αυτών των πιθανών προβλημάτων, οι γονείς θα πρέπει εγκαίρως να θέσουν σαφή και σταθερά όρια στον επιτρεπόμενο διαδικτυακό χρόνο των παιδιών τους. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί καθορίζοντας συγκεκριμένες ώρες για διαδικτυακή χρήση και εναλλακτικά προτείνοντας δραστηριότητες εκτός οθόνης, όπως η σωματική άσκηση και η δημιουργική απασχόληση. Μέσα από τέτοιες πρακτικές, τα παιδιά όχι μόνο μαθαίνουν να διαχειρίζονται υπεύθυνα τον χρόνο που περνούν στο διαδίκτυο, αλλά αναπτύσσουν και ουσιαστικές συνήθειες που συμβάλλουν στην ισορροπημένη ψυχοκοινωνική τους ανάπτυξη.
Η δυνατότητα παρέμβασης και ελέγχου των γονέων ως προς το διαδικτυακό χρόνο των παιδιών τους είναι αντιστρόφως ανάλογη με την ηλικία των παιδιών. Όσο μεγαλύτερο είναι το παιδί, τόσο μειώνεται η ικανότητα των γονέων να ελέγχουν ή να επεμβαίνουν αποτελεσματικά στον χρόνο που αυτό περνά στο διαδίκτυο. Με άλλα λόγια, όταν τα παιδιά είναι μικρά (π.χ. 5–10 ετών), οι γονείς έχουν περισσότερο έλεγχο: μπορούν να εγκαθιστούν εφαρμογές γονικού ελέγχου στις συσκευές τους όπως το Google Family Link (Family Link video 1 και Family Link video 2) και μέσα από αυτές να ορίζουν τα χρονικά όρια, τις εφαρμογές που χρησιμοποιεί το παιδί, να επιβλέπουν άμεσα τη χρήση ή την διακοπή τους ή ακόμη και τα άτομα με τα οποία αλληλοεπιδρά το παιδί. Καθώς όμως τα παιδιά μεγαλώνουν και γίνονται έφηβοι, αποκτούν μεγαλύτερη αυτονομία, δικές τους συσκευές και πρόσβαση, γεγονός που δυσκολεύει έως και αποτρέπει την οποιαδήποτε παρέμβαση από τους γονείς τους. Αυτό το φαινόμενο είναι φυσιολογικό και συνδέεται με την αναπτυξιακή ανάγκη για ανεξαρτησία στην εφηβεία, αλλά και με τις κοινωνικές και τεχνολογικές συνθήκες της εποχής. Γι’ αυτό, στους μεγαλύτερους εφήβους, η πρόληψη των προβλημάτων σχετίζεται περισσότερο με την καλλιέργεια εσωτερικής πειθαρχίας και κριτικής σκέψης παρά με εξωτερικούς περιορισμούς από τους γονείς. Επομένως είναι σημαντικό οι γονείς να αντιληφθούν και να εφαρμόσουν την κατάλληλη στρατηγική, ανάλογα με την ηλικία του παιδιού: περισσότερη καθοδήγηση και κανόνες στα μικρότερα παιδιά, περισσότερη επικοινωνία και ενδυνάμωση της υπευθυνότητας στους εφήβους.
Σύμφωνα με τις έρευνες, η θετική γονική εμπλοκή και η καθοδήγηση, και όχι η αυταρχική απαγόρευση, φαίνεται πως αποδίδουν καλύτερα αποτελέσματα όσον αφορά τη ρύθμιση της διαδικτυακής συμπεριφοράς των παιδιών (Livingstone et al., 2017). Οι γονείς επίσης θα πρέπει να κατανοήσουν ότι λειτουργούν ως πρότυπα συμπεριφορικής μίμησης στα παιδιά τους, και για αυτό θα ήταν καλό να περιορίσουν και οι ίδιοι την άσκοπη χρήση των οθονών, ενισχύοντας έτσι την οριοθέτηση που επιθυμούν να επιτύχουν. Μία ακόμη πρακτική που αποδεικνύεται υποστηρικτική είναι η δημιουργία μιας «ψηφιακής οικογενειακής συμφωνίας» σε συνεργασία με το παιδί, όπου θα συμφωνούνται οι ώρες και οι σκοποί της χρήσης του διαδικτύου, ενισχύει την υπευθυνότητα και την αυτορρύθμιση.
Εξίσου κρίσιμο είναι να λαμβάνεται υπόψη η ποιότητα του περιεχομένου και όχι μόνο η διάρκεια της χρήσης. Η συμμετοχή σε εκπαιδευτικά ή δημιουργικά προγράμματα ενδέχεται να είναι πιο ωφέλιμη από την παθητική πλοήγηση ή τα ψηφιακά παιχνίδια που χαρακτηρίζονται από έντονα οπτικά και ηχητικά ερεθίσματα και συνεχή δράση. (Barr et al., 2020). Γι’ αυτό, οι γονείς οφείλουν να γνωρίζουν τις εφαρμογές και τις πλατφόρμες που χρησιμοποιούν τα παιδιά τους, προωθώντας τις ασφαλείς και παιδαγωγικά κατάλληλες επιλογές.
Τέλος, είναι απαραίτητο οι γονείς να αναγνωρίζουν τη σημασία της ευελιξίας και της επικοινωνίας. Η έννοια της ευελιξίας δεν σημαίνει απουσία ορίων, αλλά την προσαρμογή αυτών στις πραγματικές ανάγκες της οικογένειας και του παιδιού. Ένα παιδί που αισθάνεται ότι ακούγεται και συμμετέχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με τον διαδικτυακό του χρόνο, είναι πιο πιθανό να τηρήσει τους κανόνες που συμφωνήθηκαν και να αναπτύξει εσωτερικά κίνητρα αυτορρύθμισης (Nikken & Schols, 2015).
Οι καλοκαιρινές διακοπές είναι μια περίοδος ξεκούρασης και επανασύνδεσης με την οικογένεια. Μέσω καθημερινών συζητήσεων για τις διαδικτυακές εμπειρίες των παιδιών, οι γονείς μπορούν να κατανοήσουν καλύτερα τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντά τους, αλλά και να εντοπίσουν πιθανούς κινδύνους (Kardefelt–Winther, 2017). Η στοχευμένη οριοθέτηση δεν αποσκοπεί στον έλεγχο, αλλά στην ανάπτυξη δεξιοτήτων ψηφιακού γραμματισμού και υγιούς σχέσης με την τεχνολογία. Παράλληλα, η συνεχής επικοινωνία μεταξύ γονέα και παιδιού καλλιεργεί κλίμα εμπιστοσύνης, μέσα στο οποίο το παιδί θα αισθανθεί ασφαλές να εκφράσει προβληματισμούς ή να αναφέρει δυσάρεστες διαδικτυακές εμπειρίες. Η προσέγγιση αυτή απομακρύνεται από τη λογική της τιμωρίας ή της απαγόρευσης και ενισχύει την ανάπτυξη της κριτικής σκέψης και της ψηφιακής μάθησης – δύο βασικών δεξιοτήτων για τη σύγχρονη ψηφιακή εποχή (OECD, 2021). Έτσι, το καλοκαίρι μπορεί να αποτελέσει όχι μόνο μια ευκαιρία αποφόρτισης από τις σχολικές υποχρεώσεις, αλλά και ένα πεδίο ενδυνάμωσης των σχέσεων παιδιού- γονέων- τεχνολογίας.
Πιο συγκεκριμένα, προτείνουμε:
Συμβουλή | Περιγραφή |
---|---|
1 Δημιουργήστε πρόγραμμα | Καθορίστε συγκεκριμένες ώρες για χρήση της οθόνης, ιδανικά μετά από υπαίθριες ή δημιουργικές δραστηριότητες. |
2 Ορίστε «ζώνες χωρίς οθόνη» | Π.χ. κατά τα γεύματα ή μία ώρα πριν τον ύπνο – για να ενισχυθούν οι οικογενειακές σχέσεις και ο ποιοτικός ύπνος. |
3 Επιλέξτε ποιοτικό περιεχόμενο | Προτείνετε εκπαιδευτικά παιχνίδια, ντοκιμαντέρ, ή δημιουργικές εφαρμογές (όχι μόνο YouTube ή gaming). |
4 Συζητήστε και συμφωνήστε μαζί | Φτιάξτε μαζί με το παιδί ένα «ψηφιακό συμβόλαιο» – π.χ. 1 ώρα οθόνη = 1 ώρα εξωτερικό παιχνίδι. |
5 Ενισχύστε τις εναλλακτικές | Οργανώστε εξορμήσεις, καλλιτεχνικές ή αθλητικές δραστηριότητες για να μειώσετε την ανάγκη «ψηφιακής παρέας». |
6 Συμμετοχή και επίβλεψη | Παρακολουθήστε τι βλέπει το παιδί, και μερικές φορές δείτε ή παίξτε μαζί του – έτσι προκύπτει ανοιχτός διάλογος. |
7 Ενισχύστε την αυτορρύθμιση | Αντί για τιμωρία, βοηθήστε το παιδί να αναγνωρίσει μόνο του πότε η χρήση γίνεται υπερβολική. |
Βιβλιογραφία:
- Twenge, J. M., & Campbell, W. K. (2018). Associations between screen time and lower psychological well-being among children and adolescents: Evidence from a population-based study. Preventive Medicine Reports, 12, 271–283.
- Livingstone, S., Mascheroni, G., & Staksrud, E. (2017). European research on children’s internet use: Assessing the past and anticipating the future. New Media & Society, 20(3), 1103–1122.
- Barr, R., Lauricella, A. R., Zack, E., & Calvert, S. L. (2020). The relation between infant exposure to touchscreen devices and cognitive development. Pediatrics, 145(Supplement_2), S35–S39.
- Kardefelt-Winther, D. (2017). How does the time children spend using digital technology impact their mental well-being, social relationships and physical activity? An evidence-focused literature review. UNICEF Office of Research – Innocenti Discussion Paper.
- Nikken, P., & Schols, M. (2015). How and why parents guide the media use of young children. Journal of Child and Family Studies, 24(11), 3423–3435.
- OECD (2021). 21st-Century Readers: Developing Literacy Skills in a Digital World. OECD Publishing.
- SaferInternet4Kids – Οικογενειακή συμφωνία
- SaferInternet4Kids – Excessive use
- SaferInternet4Kids – Google Family Link video 1
- SaferInternet4Kids – Google Family Link video 2